Новогреческий словарь
φημολογούμαι
φημολογούμαι
:
~είται, ότι... — [phrase]ходят слухи(__,__) что...[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φημολογούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χοιραδικός
—
μπεκρούλιακας
—
μητροκτησία
—
καπριτσιόζος
—
μαστόρισσα
—
ραμφισμός
—
αποδειχθείς
—
βαλβιδοπλαστική
—
πετροπέρδικα
—
αφειδής
—
Λιθουανή
—
εγκεφαλοκαρκίνωμα
—
μισοτελειωμένος
—
τσισάκια
—
τοπωνυμία
—
παραχορεύω
—
μαίνη
—
ανεύρεση
—
αριά
—
ταγματαλήτης
—
νοστιμίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве