Новогреческий словарь
αφήκα
αφήκα
αόρ. от αφήνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αφήκα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σκαλούνι
—
αμετάλαβος
—
ά
—
αδειούχα
—
προσήλυτος
—
Τιτάνες
—
πουτανιά
—
εδεκεί
—
υαλοτέχνης
—
δίστομος
—
οραγγουτάγγος
—
ετερόκαρπος
—
δεντροφίδα
—
εκβιβάζω
—
ένδεια
—
αποκάτω
—
εξαερισμός
—
τσεπώνω
—
διαμαρτυρημένος
—
καμινετάκι
—
αρχαιοφύλακας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве