Новогреческий словарь
επιστημονικώς
επιστημονικώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιστημονικώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμαλγαμώνω
—
ψυχοφυσιολογία
—
καρδιορραγία
—
τομή
—
αξυράφιστος
—
βρωμόξυλο
—
ασκόνταφτος
—
ολόγλυκος
—
εκβίασμός
—
διπλότυπο
—
βοστρυχίζω
—
αφιλομουσία
—
χλώρη
—
ομοειδής
—
ποσώς
—
γιαπωνέζικος
—
ταράζω
—
αρδευτικός
—
πλεύσιμος
—
ανυπόθηκος
—
κοκκίνισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве