|
(-ωνος) ο пальмовая роща #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пальмовая роща? — φοινίκων как с (ново)греческого переводится слово φοινίκων? — пальмовая роща — αργοροδάμας — συμμετοχικά — περιποίηση — μπάσσο — κρυφο- — λόγχη — κτυποκάρδι — σπονδυλωτά — διζωνικός — παραποτάμιος — ξανανέωμα — αποστολικός — κρομμυδίλα — μαγκλάρας — εργαστήριο — τρίγλυφος — ψωμοζώ — καταθλίβω — ηλεκτροκόλληση — εκτριπτικός — φρενοκομείο |
|||