|
το 1) возмужание; 2) мужественный поступок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово возмужание? — αντρείωμα как на (ново)греческом будет слово мужественный поступок? — αντρείωμα как с (ново)греческого переводится слово αντρείωμα? — возмужание, мужественный поступок — αραβοσιτάλευρο — εμφραγματικός — τελειομανία — καθήλωση — ανασβολιά — προτροπάδην — θρυμμάτιση — νεογνολογικός — γραμμικός — οδυνηρός — προστρίβω — αψιδοστάτης — ζουμί — ωόλιθος — προγραμματιστής — γαμπριάτικος — κωμωδιογράφος — ψυχοπνευματικά — χορωδία — διαφανοσκόπιο — εξιστόρηση |
|||