|
крыть черепицей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крыть черепицей? — κεραμιδώνω как с (ново)греческого переводится слово κεραμιδώνω? — крыть черепицей — παραβίωση — αγαπησιάρης — Αποσπερίτης — ευαρμοστώ — βασιλόπαιδο — θραύω — βρακώνομαι — αντιβασιλικά — συνεταιρισμός — ισοφαρίζομαι — αποσπόρι — σαιξπηριστής — ξελαιμιάζομαι — αργαστηριάρης — μινούτο — υπερακριβής — αναπηνίστρια — πωρώνομαι — προσδοκία — νοσοκόμος — νιχιλιστικός |
|||