|
η зоол. фаланга, тарантул #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фаланга? — ψυχαλήθρα как на (ново)греческом будет слово тарантул? — ψυχαλήθρα как с (ново)греческого переводится слово ψυχαλήθρα? — фаланга, тарантул — υπέρθλιψη — συμποσιαστής — βραχύτητα — Βραχμανισμός — κενοσοφία — θαυματουργία — απογευματινά — τρωκτικό — εγκωμιαστικός — νεροκάρδαμο — αθωράκιστος — θηρευτική — ακροατήριο — νευροδιαβιβαστής — μιλλίμετρο — στυλιάρι — ρουμπινές — ακτή — σιτικός — κανναβίσιος — αιμοφόρος |
|||