Новогреческий словарь
αγροφύλακας
αγροφύλακας
ο
полевой сторож
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полевой сторож
? —
αγροφύλακας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγροφύλακας
? — полевой сторож
#
(ново)греческий словарь
—
τσαχπινογαργαλιάρης
—
επεξεργαστής
—
αποπλένω
—
γλωσσοδέρνω
—
ποδαρικό
—
οργανοθεραπεία
—
αργόν
—
οικονομιέμαι
—
κομμοονισμός
—
μαρτύρευμα
—
ανεγνώριγος
—
τουμπέρνω
—
καταμεσίς
—
κοσμογονικός
—
σαφήνιση
—
μουντζώνω
—
κρεμεζί
—
ματθιόλη
—
μείξη
—
βιβλιομανής
—
καρπούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве