Новогреческий словарь
γυναικωνίτης
γυναικωνίτης
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γυναικωνίτης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
επιστήριξη
—
βοτίλια
—
κληρώνω
—
νηματοβαρίδιο
—
σημαίνω
—
παγίωση
—
ωτακουστώ
—
νυχτέρεμα
—
αναμετρώ
—
γιουχάρισμα
—
κοπιάζω
—
μητρίτις
—
αποδεκατισμός
—
σεβαστός
—
λειχηνόμορφος
—
μαυρομάτης
—
απορροή
—
ομολογήσιμος
—
στραβίζω
—
αλεπουδιά
—
πανσές
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве