|
находящийся напротив; ~ χορός — танец(__,__) в котором пары танцуют визави #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово находящийся напротив? — αντικρυστός как с (ново)греческого переводится слово αντικρυστός? — находящийся напротив — αναγριώνω — πρωτομαθαίνω — τιλιά — λοξόφθαλμος — Σαλονικιός — αυτοτοξίνωση — αμυλάζη — άνιφτος — ματσαράγκα — τσοπάνισσα — ιοντοθεραπεία — ανάκλιση — χαρτοβιομήχανος — βοτάνη — αναβρύζω — γκανιάν — εκατόγραμμο — γκαλάντης — φουντώνω — εξόδιασμα — αραποσίτι |
|||