Новогреческий словарь
Κρητικός
Κρητικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
Κρητικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υψίσυχνος
—
βιόσφαιρα
—
ήρεμα
—
ξεμοναχιασμένος
—
κρεβατοκάμαρη
—
μακαριστός
—
φλορίνι
—
αργαλειός
—
βούρτσισμα
—
αναζωογονητικά
—
λύχνος
—
μάνιτα
—
σύγκριση
—
τούρκα
—
εκτημόριον
—
πλημμελειοδίκης
—
αγαλακτία
—
μακάρι
—
νάρκωση
—
φαιδρότητα
—
υποσμηναγός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве