|
улучшение; ~ τών σχέσεων μας — [phrase]улучшение наших взаимоотношений[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово улучшение? — καλυτέρευση как с (ново)греческого переводится слово καλυτέρευση? — улучшение — πατριά — αψώνιστος — αργοβάδιστος — σφηνούμαι — σελλάς — βάζο — πολυδάκτυλος — αυτομόλυνση — άμμο — αμνηστεύσιμος — τηράζω — γκανίζω — χυδαϊστί — στραπάτσο — επιδειξίας — οκτάγωνος — τραγωδιογράφος — συνταγματικά — σας — προϋπόθεται — υπερτροφικός |
|||