Новогреческий словарь
θωρακοπλαστική
θωρακοπλαστική
ο мед.
торакопластика
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
торакопластика
? —
θωρακοπλαστική
как с
(ново)греческого
переводится слово
θωρακοπλαστική
? — торакопластика
#
(ново)греческий словарь
—
αυλωτός
—
φυσικοθεραπεύτρια
—
ενενήκοντα
—
μαρμάγκα
—
υπηνεμούμαι
—
γιλοτίνα
—
μονοκατοικία
—
μεσοπλεύριος
—
χρυσαύγεια
—
γυμνόσκελος
—
θωρακοφόρος
—
γεροκολασμένος
—
τσελιγκόπουλο
—
υπερετώ
—
μασκαρατζίκος
—
σαράβαλο
—
αστραποβαρεμένος
—
ψωμιέρα
—
κουρώ
—
αμετάνοιωτος
—
κυριακάτικα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве