|
μετχ. от. δίδω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δομένος? — — χερακώνω — σκηνίτις — σταλίδα — λειβαδότοπος — ισημερία — συμβατικά — προπλάθω — τροχοφόρος — βροντή — λαχίδι — φιλόπτωχος — φθίνω — όλκιμος — αποφθέγγομαι — επιγένεση — προφορικός — μπάρ — εξαιρετέος — αψέντι — εξατμίζομαι — γλυκειά |
|||