Новогреческий словарь
ξηροφυτικός
ξηροφυτικός
засухоустойчивый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
засухоустойчивый
? —
ξηροφυτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξηροφυτικός
? — засухоустойчивый
#
(ново)греческий словарь
—
σκαντζοχοιράκι
—
σαλιάρης
—
στραπατσάρης
—
γρανίτσα
—
ξεκαπέλλωτος
—
γκρά
—
διεθνοποίηση
—
θερμογράφος
—
λαγοπόδαρο
—
ξετσιπώνομαι
—
φρενολογία
—
γελούμενος
—
προσφέρω
—
τσαρλατανιά
—
συνδεσμικός
—
κλάση
—
προσπέλαση
—
κατουρλής
—
ζωγράφος
—
αγαπητά
—
υπερφορτίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве