Новогреческий словарь
επινεφριδικός
επινεφριδικός
анат.
относящийся к надпочечнику
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
относящийся к надпочечнику
? —
επινεφριδικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
επινεφριδικός
? — относящийся к надпочечнику
#
(ново)греческий словарь
—
μαγειρικός
—
αυτενέργητος
—
κακοβλέπω
—
απομάζωμα
—
απόζερβος
—
οριακά
—
περήφανος
—
νιόβιο
—
στυφτικός
—
ασυντάραχτος
—
μισόκλειστος
—
μετουσίωση
—
αλκάλωσις
—
ατηγάνητος
—
ανευχαριστησία
—
φτεροπηδάω
—
κλυδωνίζομαι
—
εγωμανία
—
υλομορφισμός
—
ξυστρίζομαι
—
φιλάδικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве