|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γλυκαντικό? — — μυσαρότητα — ελευθεριότητα — αρχοντιά — ακαταπράντος — πλήξη — ενδοχώρα — μετάλλιο — αυτοδιορισμός — σπουργίτι — μπαταλεύω — ευρώπιον — νομικός — αναίματος — φυσαρμόνικα — πυκνοκατοικημένος — πολυμαθής — σεγγούνι — λιθένδυση — γευστικότητα — αναβιώνω — λουχτουκιώ |
|||