Новогреческий словарь
περίπτερος
περίπτερ|ος
окружённый колоннами
(о храме)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
окружённый колоннами
? —
περίπτερος
как с
(ново)греческого
переводится слово
περίπτερος
? — окружённый колоннами
#
(ново)греческий словарь
—
διπλωματούχος
—
πλοηγεσία
—
περιηγητήτρια
—
ανικανοποίητα
—
κωλάκι
—
αλλαχού
—
ατιμαστικός
—
μετατοπισμός
—
γαμηλιωτες
—
σκονισμένος
—
αφροντισιά
—
αμμωνίτης
—
ολιγόψυχος
—
αλητεύω
—
ελατότης
—
ναρκαλιευτικό
—
ενορία
—
φωταύγεια
—
προχρονολόγηση
—
κοσμώ
—
σημαιάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве