Новогреческий словарь
συγκόπτομαι
συγκόπτομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκόπτομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τριάδα
—
σκάλωμα
—
χωριστικός
—
εξωραϊστικός
—
σπασμωδικός
—
φοιτητόκοσμος
—
μασουλώ
—
ρωμανικός
—
γλυφόνερο
—
φτερουγώ
—
γομφίος
—
υπαγόρευση
—
ετεροπαθητική
—
καρπικά
—
κεσές
—
συντονίζομαι
—
τσιτσιρίζω
—
προωστήρ
—
ζουμπάς
—
καθεαυτού
—
εξολισθάνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве