Новогреческий словарь
διακένωση
διακένωση
(-εως) η
опорожнение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
опорожнение
? —
διακένωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακένωση
? — опорожнение
#
(ново)греческий словарь
—
δραματοποιός
—
καλωσυνάτος
—
υποκειμενισμός
—
συμβολική
—
μοναχισμός
—
συνομοσπονδιακός
—
φυγοδικώ
—
πλατύστομος
—
κατακόβω
—
πιστοποίηση
—
καβαλλέτο
—
βουτώ
—
καλαμάρι
—
μνήστευση
—
απροσέγγιστος
—
μπαμπούλης
—
δυάρα
—
ρητίνη
—
δοθείς
—
δαμάλα
—
πυξίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве