|
требовать взамен #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово требовать взамен? — αταιτώ как с (ново)греческого переводится слово αταιτώ? — требовать взамен — ξεκοτσάρισμα — αρπίστρια — απελέκητος — γλεντίζω — επιφλοιώδης — αλτρουισμός — δενδρόβιος — ακριδοκτόνος — μαγουλάκι — ξεσκουφώνομαι — θύμος — σπλήνιασμα — χαμαιφυής — αντιπαρασιτικό — μεταπολίτευση — σκουντούφλιασμα — ρετσινόλαδο — αναχωμάτωση — νεώριον — αποκεφάλισμός — αστικός |
|||