Новогреческий словарь
φιλοτομαριστικός
φιλοτομαριστικός
шкурный, шкурнический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шкурный
? —
φιλοτομαριστικός
как на
(ново)греческом
будет слово
шкурнический
? —
φιλοτομαριστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
φιλοτομαριστικός
? — шкурный, шкурнический
#
(ново)греческий словарь
—
αστροδίαιτος
—
βραδιάζει
—
ανακούφιση
—
καλοδιοικούμενος
—
περίσσεμα
—
φυγαδεύω
—
εκατοσταράκι
—
αράπικος
—
επωνύμιο
—
χριστεπώνυμος
—
ψυχοπλακωτικός
—
χαμούλκός
—
γκρός
—
εργασμένος
—
μεθόρια
—
αμολλητός
—
κεφαλαίος
—
φιλάδικος
—
ακόλλητος
—
ατμοηλεκτρικός
—
χτές
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве