|
το колечко (тж. игра) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово колечко? — δακτολιδάκι как с (ново)греческого переводится слово δακτολιδάκι? — колечко — τυποποιούμαι — τόρμος — δεδομένο — ναυλομεσιτικά — ομοσπονδία — γκρεμοτσάκισμα — νομαδικός — εξίδρωσις — αλλοτροπικός — χαβαρώνι — εξυπνοπούλι — Μαυροβούνιο — δέομαι — τραυλότητα — ρινοφάρυγγας — ραγδαιότητα — κατάντια — σφαγιαστής — ενδοχώρα — ρετσινάτος — γαμιάς |
|||