Новогреческий словарь
θεομήτωρ
θεομήτωρ
(-ορός) η
богоматерь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
богоматерь
? —
θεομήτωρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεομήτωρ
? — богоматерь
#
(ново)греческий словарь
—
αστερώνομαι
—
ερημώνω
—
επιδεινωτικός
—
ανενημέρωτος
—
μαρμαρουργία
—
αγορεύω
—
προβλέπομαι
—
πλήρης
—
μπούσουλας
—
αψηφισιά
—
λαψάνα
—
σέπομαι
—
αγιωτικός
—
χλωρίδα
—
σύγκριμα
—
δουλάκι
—
χρυσάετος
—
κατατόπιση
—
εξουδετερωτικός
—
τακτός
—
πολύφωνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве