|
закроечный, закройный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово закроечный? — κοπτικός как на (ново)греческом будет слово закройный? — κοπτικός как с (ново)греческого переводится слово κοπτικός? — закроечный, закройный — κοριάζω — Θάνατος — διακριτικός — ροδόνερο — εκβουλγαρισμός — ίστημι — παραδοσιακός — τείχιση — λαδερός — εδέχθην — νεροκουβαλήτρα — ρητίνωση — επεπάγην — υποσημείωση — κουνουπάκι — παρορμητικός — αποκατασταλάζω — καψύλλι — ξυλάκι — δενδροτόμηση — πσραλογή |
|||