Новогреческий словарь
βιβλιοπωλικός
βιβλιοπωλικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βιβλιοπωλικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
νομιμοφροσύνη
—
διχασμένος
—
σπερματοκύτταρο
—
αποκαθηλώ
—
κάτοψη
—
γυναικίσια
—
μισθός
—
δενδροφυτεύω
—
απάγωτος
—
αποδότης
—
καπνεργοστάσιο
—
εκπορήνιση
—
τουμπανιασμένος
—
αμπελουργική
—
ζεύομαι
—
χορτονομή
—
αναπηρώ
—
ρέμα
—
οικία
—
δροσοβολώ
—
αποφόρτιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве