Новогреческий словарь
γαλαντομία
γαλαντομία
η 1)
галантность
;
2)
щедрость
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
галантность
? —
γαλαντομία
как на
(ново)греческом
будет слово
щедрость
? —
γαλαντομία
как с
(ново)греческого
переводится слово
γαλαντομία
? — галантность, щедрость
#
(ново)греческий словарь
—
παραμήτριος
—
ανδραποδίζω
—
κολλαριστός
—
κομψευόμενος
—
πρωραίος
—
αυτοβιογραφία
—
εξώπετσα
—
μήλωση
—
σφακελισμός
—
αναμελιά
—
υποπολλαπλάσιος
—
σβάρνισμα
—
μουστερής
—
μούχλα
—
ανάρρωση
—
ενέπρησα
—
αυγούλι
—
αντασφαλίζω
—
κολλοδιούχος
—
άζηλος
—
εργοτισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве