Новогреческий словарь
διέγνωσα
διέγνωσα
αόρ. от διαγιγνώσκω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διέγνωσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βρόμα
—
ατμοσφαιρικός
—
συνιστώμαι
—
ζωικός
—
αγαναχτώ
—
μεγεθυντικός
—
απαθανατίζω
—
ανηφοροκατήφορος
—
βροντοχτυπάω
—
βουτυροποιία
—
αληθομανής
—
αρχοντοπαίδι
—
ανθόγαλα
—
μεροξημερώνομαι
—
επεξεργαστικός
—
απροβούλευτος
—
βαμβακοπαραγωγός
—
σκαρίφημα
—
τοματοπελτές
—
βαμβακουργείον
—
κατάστηθα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве