Новогреческий словарь
τσιγαριστός
τσιγαριστός
жареный, поджаренный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
жареный
? —
τσιγαριστός
как на
(ново)греческом
будет слово
поджаренный
? —
τσιγαριστός
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιγαριστός
? — жареный, поджаренный
#
(ново)греческий словарь
—
ροκανίδι
—
μπακαλιάρος
—
αποκύημα
—
υπεριτίαση
—
γλυκοκοίμισμα
—
δημοκρατούμαι
—
δεκαοκτοετής
—
ευαισθητοποιημένος
—
παραπληρώνω
—
οργάζω
—
δεματαριά
—
απροσδοκήτως
—
σαπωνοποιία
—
ψυλλοβότανο
—
αγροτόπαιδο
—
τελματώδης
—
υδατισμός
—
αμερικανοκρατία
—
acajou
—
αλάλητος
—
εκδάσωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве