Новогреческий словарь
γεννητορικός
γεννητορικός
родительский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
родительский
? —
γεννητορικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
γεννητορικός
? — родительский
#
(ново)греческий словарь
—
δύω
—
πέλεκυς
—
κοκιανοβαμμένος
—
συμβιβαστικά
—
συγχώνευση
—
απομώρανση
—
ψυχογενετικός
—
ψίθυρος
—
εκατονταέτις
—
απεικαστό
—
εκκίνηση
—
θεομίσητος
—
ιδρυματισμός
—
αχθοφόρος
—
δικαιολογώ
—
ωτασπίδα
—
ακούρνιαχτος
—
ιούτα
—
μενσεβικισμός
—
Ελλαδίτισσα
—
αλλά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве