Новогреческий словарь
διαβατήριος
διαβατήριος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαβατήριος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμύλωσις
—
διάζομαι
—
φωτοτοπογραφία
—
λούλα
—
εξοδεύομαι
—
ιεροκρύφιος
—
αναπηρώ
—
κωλυόμενος
—
τινάσσομαι
—
καταδεχτικότητα
—
λυσσιατρείο
—
σκηνοφύλακας
—
μοιάσιμο
—
ασυνάρτητος
—
κτένι
—
κανταδόρικα
—
φρατρία
—
μενσεβίκος
—
μονογένεση
—
χειρόσπασμος
—
κηπεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве