Новогреческий словарь
μηνορραγία
μηνορραγία
η физиол.
менструация
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
менструация
? —
μηνορραγία
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηνορραγία
? — менструация
#
(ново)греческий словарь
—
αυτόμολος
—
λιναρόσπορος
—
τρίμετρος
—
συνομήλιξ
—
ψυχραντικός
—
αντικατασταίνω
—
γερόντισσα
—
καυτερός
—
ριντώ
—
χείρ
—
σοσιαλδημοκράτης
—
αλιθόστρωτος
—
μυοτομία
—
νταλόδαρμα
—
ρόπτρον
—
θωπεία
—
κρυσταλλωτικός
—
γιουβαρλάκια
—
συκάμινο
—
αργιλικός
—
επιγαμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве