Новогреческий словарь
γιομ-
γιομ-
см. γεμ-, γευμ-
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γιομ-
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εφησυχάζω
—
σουρομαδάω
—
γκαντέμισσα
—
βάραθρο
—
χαμένος
—
αμμάστος
—
ύγρανση
—
δασάρχης
—
ροκάνι
—
γυναικίσια
—
υδροχρωματισμός
—
ασπρόμαλλος
—
κλώσμα
—
σαμπό
—
Θάλεια
—
ξεδιαλέγω
—
στίλβων
—
μισοφαγωμένος
—
δοκάνη
—
κυτταρογενετική
—
πωλητήριος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве