|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσιλημπουρδίζω? — — ευλογιώ — ειρήνευση — ανηφοράκι — ξεβράκωτος — εγκόλαψη — παραφθάνει — ιαγουάρος — γλυκασιά — γιδόγραικο — ελλοχεύω — βαρύμαγκας — ωρολογιακός — πολυπόταμος — αξενίτευτος — σταμπωτός — πεφυσιωμένος — ταλαντευόμενος — μουχλιασμένος — μακρόκομος — ομιλήτρια — στάχωμα |
|||