|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βενζινοπώλης? — — ζυμωτής — ψιψιριάρης — δαιδαλοειδής — αχάραχτος — χιλιοστημόριον — προσβάλλω — ανοισχυντία — αποστάζω — χριστούγεννα — εκτύφλωση — μικροφυής — κουτσοπερνάω — ανθρωπάκος — παραποιούμαι — φαλαγγίτισσα — γενετήσιος — παλιομοδίτης — πληγωμένος — απαρτία — ξασχημίζω — αντιστάτης |
|||