|
ο начальник железнодорожной станции #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово начальник железнодорожной станции? — στασιάρχης как с (ново)греческого переводится слово στασιάρχης? — начальник железнодорожной станции — δραματολογία — αμετατόπιστος — υποψιάζω — πολυέσπλαχνος — μάνιωμα — φτεροπετώ — ρητινώδης — κουραφέξαλα — κλέφτω — κασελλάκι — διεισδυτικότης — λειχηνιάρης — μητρώος — καταπολέμηση — καταγραφή — ζυμαρικό — αμμουδερό — μυσαρός — ναυτικός — μονογαμία — μηλόπαστα |
|||