Новогреческий словарь
ημιπερίοδος
ημιπερίοδ|ος
η физ.
полупериод
;
~ ζωής — период полураспада
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полупериод
? —
ημιπερίοδος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ημιπερίοδος
? — полупериод
#
(ново)греческий словарь
—
θέρμος
—
εξουθενίζω
—
αρχοντομαθημένος
—
εικονοκαύστης
—
υδατοσφαίριση
—
πουτίγγα
—
προμήθεια
—
στρατούλα
—
τμηματικός
—
επίνοια
—
μαμμή
—
μαραίνω
—
κατσιβέλα
—
καταρροπαίνω
—
μεταλλεία
—
σκαφή
—
χαζομπαμπάς
—
μυριοστό
—
οσφρητικότητα
—
πρωτοφτάνω
—
ακμαίος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве