|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово απλουστευτικός? — — ασχημόλογο — μυοπάθεια — κατηφές — μεθυστής — βαστάζος — χλωμός — βρογχικά — ειρηνοδικειακός — αγρίλι — απόρριμμα — διαπυούμαι — έτσι — παλαιότητα — παραθερίζω — κυνηγάρα — χορείος — τρομπέτα — ξέστρον — μνημούρι — διαπλανητικός — βερεσές |
|||