|
семейный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово семейный? — φαμελιακός как с (ново)греческого переводится слово φαμελιακός? — семейный — έκλειψη — γραμματάκι — ανανεύω — ζυμούμαι — εξουσίαση — σιούτης — ασφάραγος — θεριεύω — ορειχαλκουργία — ξυλοπόδαρο — μελισσαριό — ασφούγγηχτος — ερυθροχίτων — πρόθημα — νεροκολόκυθο — κάθουμαι — κουραφέξαλα — κάλλιος — πρώραθεν — υπερήφανα — αποθηριώνω |
|||