|
η рулевое управление (действие) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рулевое управление? — πηδαλιουχία как с (ново)греческого переводится слово πηδαλιουχία? — рулевое управление — πολυγράφηση — τροφεία — αγκομαχώ — ιερακιδέας — αβγοδάρτης — λεμβούργός — θεσμοδότημα — Κεραμείς — αερίζομαι — σκαιός — αξιοζήλευτος — πουτανίστικα — περιφερειακός — αυτομαστίγωση — ρυάκι — ερευνητής — νώμος — Ρωσία — οκά — μέρος — επείγον |
|||