Новогреческий словарь
λαβωμένος
λαβωμέν|ος
раненый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
раненый
? —
λαβωμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαβωμένος
? — раненый
#
(ново)греческий словарь
—
τίνος
—
μάργαρος
—
αρραβώνιασμα
—
κάππαρις
—
αποφατικά
—
ρυμούλκιο
—
ευρώς
—
κηρόπανο
—
βαρύγνωμος
—
τήρηση
—
αλμευση
—
κωλογαμημένος
—
διαστρέφω
—
φωτοτοπογραφία
—
αλαφρόγιομος
—
απάγγιο
—
ανάρριχτος
—
τσιμπητός
—
αχωνευσία
—
επτάς
—
κυπρίνι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,