|
το художественное изделие; изящная вещица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово художественное изделие? — κομψοτέχνημα как на (ново)греческом будет слово изящная вещица? — κομψοτέχνημα как с (ново)греческого переводится слово κομψοτέχνημα? — художественное изделие, изящная вещица — απόθραυσμα — τροπή — ξαλλάζω — προχωρημένος — ζουφαίνω — ενδιαφέρω — ενισχυτικός — μονοσέντονο — επαγγελματικός — διάργυρος — υπερπροστατευτικότητα — τριακοστός — απολησμονώ — αντιπαραβάλλομαι — αποτελειωτικός — αναπηδώ — δυσαλλοίωτος — νεοπαγανισμός — γυναικοθέμι — ασύντριφτος — γραπωσιά |
|||