|
η искусство декоратора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово искусство декоратора? — κοσμηματογραφία как с (ново)греческого переводится слово κοσμηματογραφία? — искусство декоратора — τσουρέκι — πίπερμαν — συνόρευση — σόλφέτζιο — κλιμακηδόν — στροφείο — διαβολή — κατασώτευσις — ακαμάτως — εξάγραμμα — υπεράγαν — τσίτι — δισάκκι — ανακαθαίρω — σπάνη — δυσμετακόμιστος — προκάτοχος — σελλάς — πλήκτρο — τιμολόγιο — ξεπαγιάζω |
|||