|
η благословение священника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благословение священника? — ιερολογία как с (ново)греческого переводится слово ιερολογία? — благословение священника — διεθνολόγος — φιδιασμένος — εκδίκηση — απόσχολα — υπερφορτώνω — ξενοικιάζομαι — χαρουπόψωμο — σύναπάντημα — αφιλοθεάμων — ναυπηγοεπισκευαστικός — διεκδικώ — γροθοπατινάδα — αχυρόπλινθος — μαλλίνα — ξεχαρβαλωμένος — νηολογώ — νεώσοικος — αποτελείωση — εξομάλισις — ανεπανάληπτος — σπουδαίος |
|||