|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγκρουσιακός? — — λογχοθήκη — προεξοφλητής — αψύλλιστος — φοβίζω — μακιαβελλισμός — άτομο — περηφάνεια — ηλιοχημεία — διακριτικός — λιθόκολλα — ψυχαγωγώ — αμμοδοχείο — μονοετής — απνευστί — αντιδημαρχία — αρρυθμία — υδροπληξία — ξύπνος — εξαμερικανίζω — ήττα — καΐκι |
|||