συγκρουσιακός

формы словаβ
συγκρουσιακός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συγκρουσιακός? —


λογχοθήκηπροεξοφλητήςαψύλλιστοςφοβίζωμακιαβελλισμόςάτομοπερηφάνειαηλιοχημείαδιακριτικόςλιθόκολλαψυχαγωγώαμμοδοχείομονοετήςαπνευστίαντιδημαρχίααρρυθμίαυδροπληξίαξύπνοςεξαμερικανίζωήττακαΐκι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit