|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καπνοσύριγγα? — — ατρακτοειδής — δεκαεννεαετία — αγγελοθωρώ — διακόσιοι — αρχαιομώθεια — πουθενά — γλεντοκόπι — ξαγνάντεμα — φαφλαταρία — σπίλωμα — γραμματοσημοσυλλέκτρια — δίμοιρον — θωράκιο — σέμπρος — παγκοσμιοποιημένος — δολερότητα — αναβρυούσα — ξεζώνομαι — χρηματιστικός — αβομβάρδιστος — αυλωδικός |
|||