καπνοσύριγγα

формы словаβ
καπνοσύριγγα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово καπνοσύριγγα? —


ατρακτοειδήςδεκαεννεαετίααγγελοθωρώδιακόσιοιαρχαιομώθειαπουθενάγλεντοκόπιξαγνάντεμαφαφλαταρίασπίλωμαγραμματοσημοσυλλέκτριαδίμοιρονθωράκιοσέμπροςπαγκοσμιοποιημένοςδολερότητααναβρυούσαξεζώνομαιχρηματιστικόςαβομβάρδιστοςαυλωδικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit