|
αόρ. от παραινώ #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρήνεσα? — — κορνέττα — σκιερός — βοσκοπούλα — χαμολίβανο — φυσιολογείο — αρχίνημα — φωνητικός — ρουχάλα — νύχτιος — τυφλοπόντικας — ναυαρχίδα — γονός — αταιτώ — οποίος — μπεκρηλίκι — μπούκωμα — φυτολογικός — διαζευγνύομαι — σουμπλιμέ — μονώροφος — διακόφτό |
|||