|
το бот. тмин; === όσο νά πείς ~ — молниеносно, очень быстро #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тмин? — κύμνο как с (ново)греческого переводится слово κύμνο? — тмин — ποσοστό — ραπτεργάτρια — γονότυπος — τελματικός — θέλω — επονειδιστικός — διατοιχίζω — ζυγίζομαι — εβδομάδα — αεροστάθμη — χηνοτροφείο — ζωολατρεία — κυανίτης — αγωνιώ — μπάλα — διποδίζω — αποκορυφούμαι — κελαϊδισμός — ηχογόνος — μολάρω — ωδικός |
|||