Новогреческий словарь
κρεατοφαγία
κρεατοφαγία
η
чрезмерное употребление мяса
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чрезмерное употребление мяса
? —
κρεατοφαγία
как с
(ново)греческого
переводится слово
κρεατοφαγία
? — чрезмерное употребление мяса
#
(ново)греческий словарь
—
εκτυπωτικός
—
ζεόλιθος
—
καλλωπιστικός
—
χαζοβιόλης
—
εντόπιση
—
κλυδωνίζομαι
—
ξέκληρος
—
μπογιαντισμένος
—
λαθούρι
—
χρησμοδοσία
—
κουτσομπολεύω
—
δημοτικισμός
—
τρίχρωμος
—
δευτεροπαντρεύομαι
—
κοπανιστήρι
—
παζαριάτικος
—
ειδησεογραφικά
—
ετοιμασία
—
αδιακόσμητος
—
σαιξπηριστής
—
αναγνώστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве