|
η кирпич #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кирпич? — οπτόπλινθος как с (ново)греческого переводится слово οπτόπλινθος? — кирпич — παραείμαι — σταλιάζω — κυδωνιά — προσμαρτυρία — ενάμιλλος — εισποιητός — αναξιόχρεος — καγχάζω — βοήθειο — βαθύχρωμος — φίνα — καταπίστομα — εξαήμερος — καυκιά — ναυπηγός — χοντροκοπιά — θαλάσσωμα — γρατσούνισμα — οφρύς — τσιμπλού — βουκίτσα |
|||